Δευτέρα 16 Απριλίου 2007

Οι απειλές της Άγκυρας εναντίον των Κούρδων του βορείου Ιράκ

Η κατάσταση στην νοτιοανατολική Τουρκία και το ενδεχόμενο μιας επέμβασης της Άγκυρας στο βόρειο Ιράκ, δεν φαίνεται να προβληματίζει ιδιαίτερα την Αθήνα. Ήδη ο στρατηγός Μπουγιούκανιτ μίλησε δημόσια και ανοιχτά λέγοντας, ότι ως στρατιωτικοί έχουμε την άποψη ότι πρέπει να γίνει εισβολή και ότι αυτή θα είναι χρήσιμη για τα στρατηγικά συμφέροντα της Άγκυρας. Ταυτόχρονα, ο Τούρκος αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, αναφερόμενος στους Κούρδους του βορείου Ιράκ, οι οποίοι αποτελούν και το στόχο της Άγκυρας, δήλωσε με νόημα ότι όλοι γνωρίζετε ποιοι τους ενθαρρύνουν δείχνοντας έτσι, χωρίς περιστροφές την Ουάσιγκτον. Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ, απαντώντας στις δηλώσεις αυτές, δια του εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μίλησαν για συνομιλίες που οφείλουν να κάνουν όλες οι πλευρές, αποθαρρύνοντας έτσι την Άγκυρα από περαιτέρω σκέψεις για στρατιωτική δράση στην περιοχή.
Η Τουρκία έχει συγκεντρώσει στα νοτιοανατολικά σύνορά της πενήντα χιλιάδες στρατιώτες και όλα δείχνουν, ότι το στρατιωτικό κατεστημένο είναι έτοιμο να επιβάλει δια των όπλων τη δική του άποψη στο κουρδικό του βορείου Ιράκ. Βεβαίως, ο στρατηγός Μπουγιούκανιτ δήλωσε ότι η επιχείρηση εκτός συνόρων προϋποθέτει πολιτική απόφαση και ότι για να κινηθούν οι ένοπλες δυνάμεις χρειάζεται η σχετική πολιτική οδηγία από την κυβέρνηση. Πράγμα που δείχνει ότι επιθυμούν να μεταθέσουν τις ευθύνες της ολιγωρίας στην κυβέρνηση Ερντογάν.
Περαιτέρω, ο τούρκος στρατηγός επεσήμανε ότι η Τουρκία ήδη ζημιώθηκε στο παρελθόν από τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο, το δεύτερο και στο μεσοδιάστημα που υπήρξε κενό εξουσίας στο βόρειο Ιράκ, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα την ενίσχυση του PKK. Η τουρκική πλευρά και κυρίως οι στρατιωτικοί δείχνουν να ενοχλούνται από το σχέδιο συντάγματος του Ιράκ που δημιουργεί ένα τριμερές ομόσπονδο κράτος, που στην πραγματικότητα γι’ αυτούς οδηγεί σε μια χαλαρή συνομοσπονδία. Κατά τους στρατιωτικούς της Τουρκίας στην περιοχή του βορείου Ιράκ εκπαιδεύονται οι αντάρτες του PKK, στους οποίους παρέχεται και η αντίστοιχη ψυχολογική συμπαράσταση, ενώ η Ευρώπη από την άλλη πλευρά, θεωρείται χώρος άντλησης πολιτικής στήριξης. Αυτές οι θέσεις των Τούρκων στρατιωτικών, τις οποίες από ότι φαίνεται ως ένα βαθμό ενστερνίζονται και οι πολιτικοί της Άγκυρας, δείχνουν ότι η γειτονική μας χώρα, αν δεν υπήρχε το φρένο της Ουάσινγκτον θα είχε ήδη επιχειρήσει στρατιωτικά να λύσει μέσω βορείου Ιράκ το πρόβλημα των Κούρδων. Ένα πρόβλημα που αφορά πέραν του PKK ένα πληθυσμό περίπου 20 εκατομμυρίων ανθρώπων και που αποτελεί το μεγάλο βραχνά της τουρκικής πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι και στο κυπριακό, έδρασαν και συνεχίζουν να επιβάλουν την στρατιωτική τους παρουσία, με την ανοχή της Ουάσινγκτον. Η ελληνική πλευρά εμφανίζεται στην παραπάνω δραστηριότητα χωρίς σαφή και συγκεκριμένη πολιτική, παρ ότι το κουρδικό βρίσκεται μέσα στην ατζέντα της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Μια ατζέντα που φρόντισε η ελληνική εξωτερική πολιτική να ελαφρύνει υπέρμετρα, μολονότι κρίσιμα θέματα όπως το casus belli, οι συνεχείς παραβιάσεις και παραβάσεις στο Αιγαίο και οι γκρίζες ζώνες, παραμένουν ανοιχτά για την Τουρκία και απειλητικά, εναντίον την Ελλάδας.