Κυριακή 13 Μαΐου 2007

Η απογοήτευση από την απουσία πολιτικής και οράματος

Τα όσα συμβαίνουν στην πολιτική ζωή τον τελευταίο καιρό δημιουργούν απορίες και εύλογα ερωτήματα. Κι αυτό γιατί ορισμένοι είτε νομίζουν ότι αγορεύουν σε επαρχιακό δικαστήριο τη δεκαετία του ’50, είτε πιστεύουν ότι απευθύνονται σε άτομα μειωμένης διανοητικής ικανότητας. Πολύ κουβέντα και ελάχιστο αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση που κατά το Σύνταγμα ασκεί την εκτελεστική εξουσία οφείλει να πράττει και να μην αρκείται σε ευχολόγια. Η αντιπολίτευση να ελέγχει την δράση της εκτελεστικής εξουσίας και να επικρίνει λάθη και παραλήψεις. Να μην εμποδίζει όμως με αθέμιτα μέσα κάθε τι, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στις δημοκρατίες η πλειοψηφία αποφασίζει και η μειοψηφία ελέγχει. Τον τελευταίο καιρό ο δημόσιος διάλογος μετά την πολύμηνη και εν πολλοίς άκαρπη συζήτηση για την παιδεία έχει περιοριστεί γύρω από τα ομόλογα και τις διαδρομές τους, φανερές ή κρυφές. Στη συζήτηση για λόγους συμψηφιστικούς, έχει πέσει και η υπόθεση του Χρηματιστηρίου, με αποτέλεσμα να έχει μπερδευτεί ο κόσμος, μια και ελάχιστοι γνωρίζουν, τι υποκρύπτουν όλες αυτές οι περίεργες ιστορίες.
Ο πολιτικός λόγος, το όραμα η πραγματική δράση απουσιάζουν. Η κουβέντα θυμίζει διαχειριστές που διαφωνούν μεταξύ τους για το βαθμό της εντιμότητας του καθενός κι όλα αυτά μπροστά σε ένα άλαλο κοινό, που ή αδιαφορεί, ή δεν πιστεύει στ αυτιά του τα όσα ακούει και σταυροκοπιέται, ή σκέπτεται με μελαγχολία σε πιο κόσμο μεγαλώνει τα παιδιά του.
Το παλιότερο δίλημμα τι Παπάγος τι Πλαστήρας αρχίζει και πάλι να πλανάται στη σκέψη των λεγόμενων αναποφάσιστων, που αναζητούν διαφορές και δεν τις διακρίνουν, ψάχνουν να βρουν νέες ιδέες πέρα από τις ακατάσχετες υποσχέσεις για μελλοντική παροχολογία και δεν τις εντοπίζουν, αναζητούν να ανακαλύψουν νέα φρέσκα πρόσωπα στην πολιτική ζωή και ελάχιστα καταφέρνουν να εντοπίσουν, ενώ βλέπουν να δεσπόζουν γόνοι άνθρωποι της πασαρέλας και κάθε λογής αναγνωρίσιμοι από τα ΜΜΕ.
Αντί να μιλούν για έργα, αναλώνονται σε καταγγελίες και χαρακτηρισμούς που αναπέμπουν σε οργανωμένες ομάδες ανθρώπων που κινούνται εκτός ορίων νομιμότητας, παρά σε πρόσωπα που εκπροσωπούν τους πολίτες στο αντιπροσωπευτικό σύστημα της δημοκρατίας μας.
Είναι σαφές ότι τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στις εκλογές και ουδείς ενδιαφέρεται να παίξει το ρόλο του στο δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο.
Πριν από εξήντα χρόνια έγραφε στο ημερολόγιο του ο απεσταλμένος του Προέδρου Τρούμαν Paul Porter, που ήρθε στην Ελλάδα για να συντάξει μια έκθεση για την κατάσταση της χώρα μας εν όψει της χορήγησης μιας γενναίας οικονομικής βοήθειας, ότι συνάντησε «ένα πολιτικό σύστημα το οποίο απαιτεί από τους υπουργούς να έχουν κύριο μέλημά τους την παραμονή τους στο αξίωμα παραμελώντας τα προβλήματα της ανοικοδόμησης, την επαναδραστηριοποίηση του εμπορίου και των συναλλαγών… Δεν υφίσταται εδώ κράτος σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα. Αντί αυτού υπάρχει μια χαλαρή ιεραρχία ατομιστών πολιτικών, μερικών χειρότερων από άλλους που είναι τόσο απασχολημένοι με τον ατομικό τους αγώνα για εξουσία που δεν έχουν χρόνο, αν υποθέσουμε ότι είχαν την ικανότητα, να αναπτύξουν μια οικονομική πολιτική».
Όσοι συναντούν οποιαδήποτε ομοιότητα με τα λεχθέντα τότε στις μέρες μας, ας μην ανησυχούν, στην Ελλάδα πολλά αλλάζουν, οι νοοτροπίες πολιτικών και πολιτικής παραμένουν ίδιες κι απαράλαχτες. Είναι σαν το παλιό κρασί.
Μας υπόσχεται πολλά στο περιτύλιγμα. Μόνο που όταν το ανοίξουμε αποδεικνύεται ξινισμένο από την εποχή της εμφιάλωσής του.
Ο εκσυγχρονισμός του κράτους παραμένει το ζητούμενο εξήντα χρόνια μετα, γιατί πολλά γίνονται στα χαρτιά με νόμους και διατάγματα, αλλά στην πράξη οι έντιμοι πολίτες έχουν πάντα απέναντί τους ένα εχθρικό κράτος. Αντίθετα όσοι συνεργούν στη διαφθορά των δημοσίων λειτουργών, βρίσκουν τις πόρτες πάντα ορθάνοιχτες. Από αυτή την παρακμή μπορούμε να ξεφύγουμε μόνο αν όσοι δεν βολεύονται τηρήσουν μιαν υπεύθυνη στάση και απαιτήσουν μια νέα πολιτική που θα ξεκαθαρίσει το θολό τοπίο.