Κυριακή 16 Ιουλίου 2006

Η βυζαντινολογία και τα 32 χρόνια κατοχής

Βυζαντινολογώ κατά Μπαμπινιώτη σημαίνει ότι κάνω ατέρμονες χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο συζητήσεις. Σε αυτή την κατάσταση έχει περιέλθει το κυπριακό 32 χρόνια μετα το προδοτικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή.
Χρόνος μεγάλος χωρίς λύση, χωρίς ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση ,από την εποχή που δημιουργήθηκαν τα τετελεσμένα με το δεύτερο Αττίλα τον Δεκαπενταύγουστο του 1974.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι το δίδυμο Ερντογάν-Γκιούλ σε κάθε δήλωσή τους για το κυπριακό αναφέρονται στις νέες πραγματικότητες και είναι προφανές ότι εννοούν το σημερινό status quo που δημιούργησε η εισβολή και η κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Άγκυρα όλα αυτά τα χρόνια έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων της σειρά ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ ποδοπάτησε την διεθνή νομιμότητα και κατάφερε με την βοήθεια των αγγλοαμερικανών να φτιάξει ένα σχέδιο λύσης κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της. Με ασάφειες στις υποχρεώσεις της αλλά σαφέστατο στα πολλά χρόνια που θα χρειαστούν για να αποχωρήσουν τα στρατεύματα κατοχής από τη Μεγαλόνησο.
Μετά την απόρριψη του σχεδίου Ανάν από τους Ελληνοκυπρίους στο δημοψήφισμα του 2004 είχαμε δύο χρόνια κενά διαλόγου ανάμεσα στους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους. Τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται μια νέα κινητικότητα στο κυπριακό με προπομπό τον απεσταλμένο του Κ.Ανάν, Ι.Γκαμπάρι στο τρίγωνο Αθήνα-Άγκυρα-Λευκωσία, τη συνάντηση Παπαδόπουλου – Ταλάτ που ακολούθησε την συμφωνία των πέντε σημείων και τη συγκρότηση δύο τεχνικών επιτροπών.
Στο ασαφές αυτό τοπίο των τεχνικών συνομιλιών μένει να αποσαφηνιστούν τα θέματα που θα απασχολήσουν της επιτροπές. Είναι προφανές ότι με διαφορετικές προθέσεις προσέρχονται οι δυο πλευρές σε αυτό το νέο κύκλο των συνομιλιών και διαφορετικούς στόχους. Οι τουρκοκύπριοι επιδιώκουν να εμφανιστούν διαλακτικοί και οι ελληνοκύπριοι να μπουν ξανά στο παιχνίδι των συνομιλιών για να ξεπεράσουν το στίγμα των αδιάλλακτων.
Στο φόντο αυτής της νέας κινητικότητας ας μην ξεχνάμε βρίσκεται πάντα το αγκάθι της Άγκυρας που λέγεται εφαρμογή του πρωτοκόλλου τελωνειακής ένωσης, με τις Βρυξέλλες να απειλούν με διακοπή τις συνομιλίες Ε.Ε. – Τουρκίας και τις ΗΠΑ να τρέχουν για μια ακόμη φορά πιέζοντας τους ευρωπαίους.
Στην προσπάθεια συντονισμού κινήσεων ,αποφυγής παρεξηγήσεων και καθορισμού των επόμενων βημάτων βρέθηκε στην Αθήνα στις αρχές της εβδομάδας ο Πρόεδρος Παπαδόπουλος. Το πόσο συντονίστηκαν οι δύο πλευρές ένας Θεός το ξέρει. Αθήνα και Λευκωσία πάντως αφου χαμογέλασαν στο φακό για να πείσουν την κοινή γνώμη ότι όλα είναι μέλι γάλα οι σχέσεις τους, έδωσαν ραντεβού το Σεπτέμβρη περιμένοντας να δουν τι θα αναφέρουν στην έκθεσή τους οι Βρυξέλλες για την πορεία της ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε.
Και οι Τούρκοι χάρηκαν από την επίσκεψη μια και τα ΜΜΕ της γειτονικής χώρας την ερμήνευσαν ως επιτυχή πίεση της Αθήνας στο χαμήλωμα των τόνων της Λευκωσίας.
Πάντως δεν είναι τέλος καλό όλα καλά. Είναι μια νέα αρχή με όπως πάντα αβέβαιο τέλος.
Στην πραγματικότητα που επικαλείται η Άγκυρα τι αντιπαραθέτει η Λευκωσία; Μήπως το ευρωπαϊκό χαρτί που το ακυρώνουν συστηματικά οι Αμερικανοί;
Και πόσο είναι ειλικρινείς οι σχέσεις Αθήνας – Λευκωσίας; Τα παιδιά της σχολής Μακάριου έχουν αλλάξει τακτική ή μήπως ακολουθούν το άλλα συμφωνούν όταν έρχονται και άλλα πράττουν όταν επιστρέφουν; Γιατί ο βυζαντινισμός δηλ. η έλλειψη πρακτικού πνεύματος, ο στείρος σχολαστικισμός και η ανάλωση σε περίπλοκες άσκοπες συζητήσεις ξαναφέρνουν τα πράγματα στο ίδιο σημείο και μάλιστα με δυσμενέστερες προοπτικές. Δικαιώνουν το, μακάριοι ο κατέχοντες, και εμφανίζουν τα θύματα βολεμένους στο ρόλο τους, χωρίς στόχο για συγκεκριμένα και απτά αποτελέσματα. Δύο είναι οι λύσεις που προσφέρονται . Επανένωση με οδυνηρούς συμβιβασμούς και αβέβαιο αποτέλεσμα ή βελούδινο διαζύγιο με αντιπαροχή έδαφος και ασφάλεια. Διαλέγεται και παίρνετε που λένε…